Ο αριθμός των δυνάμεων που παρέταξαν οι εμπόλεμες πλευρές προκαλεί δέος. Το χρονικό διάστημα που διήρκεσαν οι μάχες αναδεικνύει τις κολοσσιαίες διαστάσεις αυτής της σύγκρουσης. Τέλος, ο αριθμός των θυμάτων και των ...
καταστροφών αυτής της σύρραξης δεν έχει προηγούμενο στην παγκόσμια ιστορία.
Στη μάχη του Στάλινγκραντ όλα τα στοιχεία προκαλούν τα ανθρώπινα μεγέθη…
Οι δυνάμεις που συγκέντρωσε η Σοβιετική Ένωση προκειμένου να αντιμετωπίσει εκείνες του Άξονα ανέρχονταν – σε έμψυχο υλικό – στους 1.103.000 στρατιώτες. Ταυτόχρονα, η πολεμική σοβιετική μηχανή αριθμούσε 15.501 πυροβόλα, 1.463 άρματα μάχης και 1.350 μαχητικά αεροσκάφη.
Απέναντί τους οι δυνάμεις του Γ’ Ράιχ παρέταξαν 1.011.500 στρατιώτες, που είχαν στη διάθεσή τους 10.290 πυροβόλα, 675 άρματα μάχης και 1.216 μαχητικά αεροσκάφη.
Οι Σοβιετικοί παρέταξαν τις δυνάμεις τους σε τρία μέτωπα: το Νοτιοδυτικό Μέτωπο, το Μέτωπο του Στάλινγκραντ και το Βορειοδυτικό Μέτωπο.
Απέναντί τους, οι Γερμανοί είχαν παρατάξει την 8η Ιταλική Στρατιά Πεζικού, την 3η και την 4η Ρουμανική Στρατιά Πεζικού, την 4η Στρατιά του Φον Πάουλους και την 6η Στρατιά Τεθωρακισμένων του Χέρμαν Χοτ – αυτές οι στρατιές αποτελούσαν την Ομάδα Στρατιών Β.
Τέλος, υπολογίζεται ότι κατά τη διάρκεια των συντριπτικών συγκρούσεων έχασαν τη ζωή τους πάνω από 1.500.000 άνθρωποι – στρατιώτες και πολίτες. Η μάχη του Στάλινγκραντ ξεκίνησε στις 23 Αυγούστου 1942 και τελείωσε στις 2 Φεβρουαρίου του 1943. Σ’ όλο αυτό το διάστημα, θέατρο των επιχειρήσεων ήταν τα περίχωρα και το κέντρο της πόλης Στάλινγκραντ (το σημερινό Βόλγκογκραντ).
Προϊστορία της σύγκρουσης
Λίγο πριν από την έναρξη των εχθροπραξιών του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, και συγκεκριμένα ακριβώς τρία χρόνια πριν από την έναρξη της μάχης του Στάλινγκραντ, η Σοβιετική Ένωση και η ναζιστική Γερμανία υπέγραψαν το σύμφωνο Μολότοφ – Ρίμπεντροπ, γνωστό και ως «Σύμφωνο μη Επίθεσης». Η συμφωνία ανάμεσα στις δυο χώρες ήταν να μην επιτεθούν η μία εναντίον της άλλης. Ωστόσο, στον πόλεμο οι συμφωνίες είναι για να τηρούν τα προσχήματα και να υποστηρίζουν τις σκοπιμότητες. Έτσι, στις 22 Ιουνίου 1941 οι δυνάμεις του Γ’ Ράιχ εισέβαλαν στη Σοβιετική Ένωση, παραβιάζοντας κατάφωρα και προκλητικά τους όρους της συμφωνίας. Ήδη, μέσα σε λίγους μήνες οι δυνάμεις του Άξονα είχαν καταλάβει την Πολωνία, την Ουκρανία και τη Λευκορωσία. Ταυτόχρονα, η στρατιωτική ομάδα «Βορράς» πολιορκούσε το Λένινγκραντ, ενώ η Ομάδα Στρατιών «Κέντρο» επιτέθηκε στη Μόσχα.
Η ήττα που υπέστη ο Άξονας στη Μόσχα το 1941 ανάγκασε τους Γερμανούς να αλλάξουν σχέδια. Μετά τα νέα δεδομένα, φρόντισαν να ισχυροποιήσουν τις θέσεις τους στην Ουκρανία και την άνοιξη του 1942 επιτέθηκαν κατά της Νότιας Ρωσίας. Στο μεταξύ, η γερμανική βιομηχανία προσπαθούσε με απίθανους ρυθμούς να καλύψει τις σημαντικές απώλειες που είχαν υποστεί οι ένοπλες δυνάμεις του Γ’ Ράιχ. Το οικονομικό επιτελείο των Γερμανών παρότρυνε τον Χίτλερ να θέσει υπό τον έλεγχό του τις πετρελαιοφόρες περιοχές του Καυκάσου, προκειμένου να εξασφαλίσει τις αναγκαίες ποσότητες πετρελαίου που θα του επέτρεπαν να συνεχίσει τον πόλεμο.
Η πόλη του Στάλινγκραντ επιλέχτηκε ως στρατηγικής σημασίας στόχος. Πριν από όλα, ήταν σημαντικότατο βιομηχανικό κέντρο που επικοινωνούσε μέσω του Βόλγα και της Κασπίας θάλασσας με τη βόρεια ενδοχώρα. Με την κατάληψή της, οι Γερμανοί θα εξασφάλιζαν τα νώτα τους και απερίσπαστοι θα εξορμούσαν στον Καύκασο. Ταυτόχρονα μεγάλης σημασίας ήταν και ο συμβολισμός λόγω του ονόματος της πόλης. Η σύγκρουση Στάλιν – Χίτλερ ήταν περισσότερο από εμφανής. Έτσι, και οι δύο πλευρές δέχθηκαν τις ίδιες συντριπτικές πιέσεις προκειμένου να υπερασπιστούν τις θέσεις τους.
Στρατηγική
Οι στρατηγικοί στόχοι, όπως αυτοί ιεραρχήθηκαν από τον ίδιο τον Αδόλφο Χίτλερ στην «Οδηγία 41», ήταν να υπερφαλαγγίσουν τις σοβιετικές δυνάμεις στα νότια της χώρας, να καταλάβουν τις πετρελαιοπηγές του Καυκάσου, να καταλάβουν τις αγροτικές περιοχές του Ντον και του Κουμπάν και να καταστρέψουν τις σοβιετικές γραμμές επικοινωνίας.
Από τη μεριά του, το Γενικό Επιτελείο της Σοβιετικής Ένωσης, σύμφωνα με πληροφορίες που είχε συλλέξει και επεξεργαστεί, θεωρούσε ως δεδομένη την επίθεση στον Νότο, αλλά πίστευε ότι η Βέρμαχτ θα κρατούσε τις κύριες δυνάμεις στην κεντρική κατεύθυνση στοχεύοντας στη Μόσχα. Απαντώντας στις επιδιώξεις του Χίτλερ, ο Στάλιν συγκέντρωσε τις στρατηγικές εφεδρείες του στις περιοχές Καλίνιν, Τούλα, Ταμπόφ, Μπορισογκλέμπσκ, Γκόρκι, Στάλινγκραντ και Σαράτοφ, και διέταξε τους διοικητές μερικών μετώπων να επιτεθούν και να αναγκάσουν τη Βέρμαχτ να χρησιμοποιήσει όλες τις εφεδρείες της. Μ’ αυτό τον τρόπο, πίστευε ότι θα εξασφαλίσει νίκη της ΕΣΣΔ στον πόλεμο το 1942. Δεν πέρασε πολύς καιρός και αποδείχτηκε ότι η εκτέλεση αυτού του σχεδίου ήταν αδύνατη, μια και ο Κόκκινος Στρατός αντιμετώπιζε προβλήματα. Εκτός από την έλλειψη έμπειρων διοικητών στο στράτευμα, οι στρατιώτες δεν ήταν καν εξοικειωμένοι με το νέο είδος οπλισμού που κρατούσαν στα χέρια τους.
«Υπόθεση Μπλε»
Υπό την κωδική ονομασία «Υπόθεση Μπλε» οι Γερμανοί οργάνωσαν την επίθεση κατά της Νότιας Ρωσίας. Μια επίθεση που θα έφερνε σε πέρας αφενός η Ομάδα Στρατιών Α υπό τον στρατάρχη Πάουλ φον Κλάιστ, η οποία θα αναλάμβανε την επιχείρηση στον Καύκασο, και αφετέρου η Ομάδα Στρατιών Β υπό τον στρατηγό Μαξιμίλιαν φον Βάιχς, που θα επιχειρούσε στο Στάλινγκραντ.
Στις 28 Ιουνίου 1942 οι Γερμανοί με 850.000 στρατιώτες επιχείρησαν μια αστραπιαία προέλαση, που είχε ως αποτέλεσμα στο τέλος Ιουλίου να έχει απωθηθεί ο σοβιετικός στρατός στις όχθες του ποταμού Δον. Η εύκολη επικράτηση των Γερμανών αποδείχτηκε στρατηγικά μοιραία, μια και παρέσυρε τον Χίτλερ να πιστέψει πως η κατάκτηση της Ρωσίας θα ήταν υπόθεση περιπάτου, με αποτέλεσμα να αποσύρει την 4η Στρατιά Τεθωρακισμένων από το μέτωπο του Στάλινγκραντ και να την ενσωματώσει στην Ομάδα Στρατιών Α, που επιχειρούσε στον Καύκασο.
Η μεγάλη μάχη
Το βάρος της επίθεσης στην πόλη του Στάλινγκραντ ανέλαβε τελικά η 6η Στρατιά του Φον Πάουλους. Από σοβιετικής πλευράς, την πόλη αλλά και την ευρύτερη περιοχή ανέλαβε να υπερασπιστεί η 62η Στρατιά του Κόκκινου Στρατού υπό τον στρατηγό Βασίλι Τσούικοφ. Οι Γερμανοί υπερτερούσαν στις πολεμικές προδιαγραφές, ωστόσο οι Σοβιετικοί είχαν το πλεονέκτημα ότι οι μάχες δεν θα διεξάγονταν σε ανοιχτό πεδίο, όπου η τύχη δεν θα τους βοηθούσε, αλλά σε κατοικημένες εν πολλοίς περιοχές. Προς βοήθειά τους προσέτρεξε επίσης η 64η Στρατιά.
Στις 23 Αυγούστου 1942, η πόλη του Στάλινγκραντ δέχθηκε καταιγιστικό βομβαρδισμό από τη Λουφτβάφε. Δεν χρειάστηκαν παρά μερικές ώρες για να ισοπεδωθεί το ογδόντα τοις εκατό των κτηρίων της πόλης. Η αντιαεροπορική άμυνά της ήταν στοιχειώδης και απαρτιζόταν από νεαρές εθελόντριες. Τις πρώτες μέρες του Σεπτεμβρίου, η Βέρμαχτ είχε περικυκλώσει το Στάλινγκραντ, αν εξαιρέσουμε τη γραμμή ανεφοδιασμού της πόλης από τη θαλάσσια οδό του Βόλγα. Στη συνέχεια, οι Γερμανοί κύκλωσαν αποπνικτικά τους Σοβιετικούς, οι οποίοι τους επόμενους τρεις μήνες περιόρισαν την άμυνά τους στο κατεστραμμένο Στάλινγκραντ. Εκεί, μέσα στα ερείπια της πόλης, δόθηκαν μυθικές συγκρούσεις ανείπωτης αγριότητας.
Ταυτόχρονα, οι υπερασπιστές της πόλης επέδειξαν ένα πρωτοφανή και δίχως προηγούμενο στα ιστορικά χρονικά ηρωισμό! Όσο κι αν φαντάζει αδιανόητο σε τέτοιας κλίμακας πόλεμο, η κατάληψη μιας κρεβατοκάμαρας στοίχιζε τις ζωές δεκάδων ανθρώπων. Από τον Οκτώβριο κιόλας, η ζωή των ηρωικών κατοίκων της πόλης γινόταν κάτι περισσότερο από κόλαση, μια και οι Γερμανοί έπλητταν με πυρά τον ανεφοδιασμό από τον Βόλγα. Ωστόσο, τα πράγματα δεν ήταν καλύτερα στο γερμανικό στρατόπεδο, λόγω του επερχόμενου χειμώνα, της υπερβολικής κοπώσεως και των τεράστιων απωλειών. Έμεινε στην ιστορία το βαρύ τίμημα που πλήρωσαν οι Γερμανοί από τους διασκορπισμένους στα ερείπια ελεύθερους σκοπευτές.
Τον Νοέμβριο του 1942, η πόλη του Στάλινγκραντ δεν ήταν παρά ένας σωρός ερειπίων που βρισκόταν υπό τον έλεγχο των Γερμανών. Ό,τι ελάχιστο είχε διασωθεί όρθιο ήταν κάποια εργοστάσια που τα κρατούσαν με θηριώδη αυτοθυσία οι Σοβιετικοί οπλίτες. Παρά την τραγική κατάσταση και την ολική καταστροφή, ο Στάλιν δεν έδειχνε διατεθειμένος να παραδώσει το όπλα και να δεχτεί την ήττα του.
Η απάντηση ήρθε εξ «ουρανού», μια και η σοβιετική αντεπίθεση που εκδηλώθηκε έφερε την κωδική ονομασία «Ουρανός». Στις 19 Νοεμβρίου 1942, οι Σοβιετικοί στρατηγοί Γκιόργκι Ζούκοφ και Αλεξάντρ Βασιλιέφσκι σχεδίασαν την επίθεση εναντίον της 6ης Στρατιάς του εχθρού, που τη συγκροτούσαν στρατιώτες ελάχιστα εκπαιδευμένοι των συμμαχικών χωρών του Άξονα. Πάνω από 250.000 Σοβιετικοί στρατιώτες εγκλώβισαν σε μια περιοχή ελαχίστων τετραγωνικών χιλιομέτρων τις δυνάμεις του Άξονα. Παρά την προσπάθεια της Λουφτβάφε με 490 αεροπλάνα, στάθηκε αδύνατος ο ανεφοδιασμός των γερμανικών στρατευμάτων.
Λίγο αργότερα, στις 16 Δεκεμβρίου 1942, οι Σοβιετικοί, αυτή τη φορά υπό την κωδική ονομασία «Κρόνος», εξαπέλυσαν μια ακόμα επίθεση με σκοπό να εγκλωβίσουν την Ομάδα Στρατιών Α που βρισκόταν στον Καύκασο. Παρά το γεγονός ότι αυτή η επιχείρηση δεν πέτυχε τον σκοπό της και η ασφυκτικά εγκλωβισμένη 6η Στρατιά κατάφερε να υποχωρήσει συντεταγμένα χάρη στην καθοδήγηση του Φον Κλάιστ, οι Γερμανοί δεν κατάφεραν να ανακάμψουν.
Στις 2 Φεβρουαρίου 1943 οι Σοβιετικοί ανάγκασαν τον Γερμανό στρατάρχη Φον Πάουλους να παραδοθεί μαζί με 22 στρατηγούς. Αιχμάλωτοι των Σοβιετικών βρέθηκαν και 91.000 στρατιώτες της 6ης Στρατιάς. Από αυτούς κατάφεραν να επιστρέψουν αρκετά χρόνια μετά τη λήξη του πολέμου περί τους 5.000…
Με τη μάχη του Στάλινγκραντ, η Σοβιετική Ένωση πέτυχε μια επικών διαστάσεων ταπεινωτική νίκη κατά της Γερμανίας, που σήμανε την αρχή του τέλους της ναζιστικής κυριαρχίας στην Ευρώπη και έγινε το εφαλτήριο για να καταστεί η Σοβιετική Ένωση η υπερδύναμη που γνωρίσαμε στη μετά τον πόλεμο εποχή. L1
Ξενοφών Α. Μπρουντζάκης
Αναρτήθηκε στης 29 Απριλίου 2013
πηγή
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου