Γράφει ο Δημήτριος Νατσιός,
Δάσκαλος
«…όλα γίνονται στην Ελλάδα σα να μας κινεί ένα θανάσιμο μίσος για τη λαλιά μας. Το κακό είναι τόσο μεγάλο, που μόνο σαν φαινόμενο ομαδικής ψυχοπάθειας θα μπορούσε κανείς να ...
το εξηγήσει».
Γ. Σεφέρης
Όταν ήμασταν σκλάβοι, χωρίς σχολεία και σχολές, κάτω από τον φρικτό ζυγό των Τούρκων: «Οι Έλληνες πάσης τάξεως έτρεφαν πάντοτε διά τα γράμματα μεγαλυτέραν εκτίμησιν από κάθε άλλον λαόν. Διά των σχολείων αυτών ελάμβανον επίγνωσιν οι νέοι της ιστορίας των, της σπουδαιότητος του Έθνους των και της σημασίας που έχει η ελευθερία διά την ανάπτυξιν ενός λαού και ιδία του Ελληνικού». (Γ.Φίνλεϋ, «Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως», α’ τόμος, σελ. 29, εκδ. «Τολίδη»).
Τώρα που είμαστε «ελεύθεροι», με σχολεία, δασκάλους και βιβλία και δεν μας «σκιάζει η φοβέρα» του κατακτητή: «Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της τακτικής έκθεσης του ΟΟΣΑ για τις ικανότητες των 15χρονων μαθητών στα Μαθηματικά, τις Φυσικές Επιστήμες και την Ανάγνωση, η Ελλάδα βρίσκεται στην 42η θέση για το 2012, επί 65 χωρών συνολικά. Στην Ευρώπη καταλαμβάνει την τέταρτη, αλλά από το τέλος, θέση…».
Μάλιστα, η μεγαλύτερη υστέρηση των Ελλήνων μαθητών παρατηρείται στην μελέτη, ανάγνωση και κατανόηση κειμένων, εν ολίγοις στο γλωσσικό μάθημα.
Και επειδή ζούμε σε «σοβαρό» κράτος, αμέσως, και όχι «άμεσα» που λένε οι αγράμματοι, λειτούργησαν τα αντανακλαστικά του προς ίασιν του νοσήματος: θα καθιερωθεί η φράγκικη «λευκή εβδομάδα», θα συνεχιστεί, δηλαδή η εβδομάδα της Τυροφάγου, κατά την οποία, σύμφωνα με τους κανόνες της Εκκλησίας μας, καταναλώνουμε μόνον «λευκά» εδώδιμα. (Αυγά, γάλατα, τυριά). Καλώς ειπώθηκε ότι, αφού δεν μπορούμε να έχουμε ελευθερία του ήθους σ’ αυτόν τόπο, έχουμε ελευθερία των ηθών. Ούτε λίγο ούτε πολύ, το υπουργείο, πρώην εθνικής παιδείας, θα παρατείνει την καρναβαλική ευωχία και κραιπάλη και κατά την έναρξη της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής. «Λαμπρό» το μήνυμα στους μαθητές και στις οικογένειές τους, «φάγωμαν, πίωμεν», ικανοποίηση των επιθυμιών και βόσκηση των παθών. Η νηστεία, η εγκράτεια, η ολιγοδεϊα είναι αναχρονισμοί, δεν αρμόζουν σε ευρωπαϊκή χώρα. Αντί να περάσουμε το μήνυμα στους νεότερους, που και η σωματική τους ακόμη υγεία κινδυνεύει εξ αιτίας του διαιτολογίου της αφθονίας που τους επέβαλαν οι παλαιότεροι, οι οποίοι μαστίζονταν από το σύμπλεγμα του πεινασμένου, του παιδιού της Κατοχής, ότι η νηστεία, σήμερα ιδίως, είναι «γαλήνη των ψυχών, των νέων παιδαγωγός, των σωφρονούντων διδάσκαλος και τροφή της ψυχής» (άγιος Χρυσόστομος), διδάσκουμε τον, κατά τον Κονδύλη, παρασιτικό καταναλωτισμό, τον αυτοκαταστροφικό κορεσμό, την ηδονοθηρία.
Ας επιστρέψουμε όμως στην οδυνηρή για μας έκθεση του ΟΟΣΑ.
Η γλώσσα μας, που άνθισε στις αμμουδιές του Ομήρου, με τα πρώτα πρώτα Δόξα σοι, που στα φυλλώματά της κρύβει τα αρώματα του Άθω και της Πίνδου, η γλώσσα μας, που στάθηκε προσάναμμα και εφώτισε όλη την Οικουμένη, οι νέοι, οι μαθητές μας δεν την καταλαβαίνουν. Οι γκρεμιστές της Παιδείας, το πέτυχαν, μέσω της αλλαγής των βιβλίων Γλώσσας (το 2006) με τις παρδαλές μεθόδους διδασκαλίας, διά της μετάλλαξης του δασκάλου σε εμψυχωτή μιας ομάδας ανηλίκων. Πώς να αγαπήσουν τα παιδιά την Γλώσσα μας και να νιώσουν την απόλαυση της ανάγνωσης, όταν στα βιβλία Γλώσσας, τα οποία καθημερινά ξεφυλλίζουν, στην Ε’ και Στ’ Δημοτικού, για παράδειγμα:
(Η όλη διαδικασία ξεκίνησε με σοσιαλιστική κυβέρνηση-το 2003-και ολοκληρώθηκε επί δεξιάς-το 2006-ενδιαμέσως άλλαξε και η στελέχωση του παιδαγωγικού ινστιτούτου. Εκδιώχτηκαν τα σημιτόπαιδα και προσλήφθηκαν τα «δικά μας παιδιά»).
1) Εκπροσωπούνται με μόλις ένα (1) κείμενο πεζό ή ποίημα οι εξής μεγάλοι μας λογοτέχνες: Σολωμός, Παλαμάς, Ελύτης, Σεφέρης, Παπαντωνίου, Νιρβάνας, Ξενόπουλος και ακόμη χειρότερα δεν υπάρχει κανένα κείμενο ούτε για δείγμα-σε αντίθεση με προηγούμενες εκδόσεις-από τους: Βαλαωρίτη, Καβάφη, Παπαδιαμάντη, Κόντογλου, Μαβίλη, Μυριβήλη, Κρυστάλλη, Καρκαβίτσα, Πολέμη, Κάλβο, Δροσίνη, Βάρναλη, Βιζυηνό, Άγρα, Ρώτα, Ψαθά, Σικελιανό, Ρίτσο, Βρεττάκο κ.ά. Εξοστρακίστηκαν και εξοβελίστηκαν όλοι οι μεγάλοι Έλληνες συγγραφείς και μάλιστα σχεδόν όλοι όσοι από αυτούς τυγχάνουν και οι πιο πολυμεταφρασμένοι, αυτοί που διαβάζονται σήμερα από μικρούς και μεγάλους και στις πιο απίθανες γλώσσες του κόσμου.
2) Απουσιάζουν όλοι οι αρχαίοι συγγραφείς. Οι διδακτικότατοι και ωραιότατοι μύθοι του Αισώπου. Ένα έργο των Πατέρων της Εκκλησίας, των Τριών Ιεραρχών, των οποίων η εορτή έγινε αργία… μήτηρ πάσης κακίας. (Αντί να εκδοθεί μία «απανταχούσα» του υπουργείου, που να καθιστά υποχρεωτικό τον εκκλησιασμό δασκάλων και μαθητών, «επιβραβεύεται» η τεμπελιά και η αδιαφορία. Χίλιες φορές, να κάνουμε μάθημα, παρά η ευτέλεια…).
3) Εκπαραθυρώθηκε το άφθαστο δημοτικό μας τραγούδι, η απαράμιλλη ποίηση της Πονεμένης Ρωμηοσύνης, «η εκτρέφουσα και συντηρούσα το εθνικόν φρόνημα, το τελεσφερώτατον όργανον της εθνικής αγωγής» κατά τον μεγάλο μας λαογράφο Ν. Πολίτη.
(«Δημοτικά Τραγούδια», εκδ. «Γράμματα», σελ. 7). Έφυγαν τα σπουδαία, τα τιμαλφή της λογοτεχνίας μας, προγραμμένοι οι μεγάλοι συγγραφείς, λογοκρίθηκαν οι άριστοι του Γένους, και τι μπήκε στην θέση τους;
Άρθρα εφημερίδων, (από Βήμα, Νέα, Ελευθεροτυπία και Καθημερινή), μικρές αγγελίες, κείμενα από ιστοσελίδες, συνταγές μαγειρικής (περίπου 30 σ’ όλα τα βιβλία του Δημοτικού, όσα ήταν περίπου τα δημοτικά τραγούδια), κείμενα της συγγραφικής ομάδας, ανάξιες λόγου τιποτολογίες και ατάλαντες μωρολογίες. Αφίσες, οδηγίες χρήσης καφετιέρας και κλιματιστικού, στην Στ’ Δημοτικού. Κείμενα, δηλαδή, της αγοράς… αγοραία κείμενα. (Χαχανίζουν τα παιδιά και οι δάσκαλοι-όσοι βιώνουμε την ασημαντότητα-βγαίνουμε με σκυμμένο το κεφάλι από την τάξη, πελιδνοί και ντροπιασμένοι.
Έφυγαν τα ωραία κείμενα και «όταν ο άνθρωπος απομακρύνεται από τα κείμενα και τις παραδόσεις, ομοιάζει με στήλην άλατος υπό βροχήν», θα πει ο Ανδρέας Εμπειρίκος. Τρέχουν οι γονείς και αγοράζουν τις εφημερίδες, που προσφέρουν τα παλιά Αναγνωστικά και καλά κάνουν. Στην άκρη τα «περιοδικά ποικίλης ύλης», τα νυν βιβλία Γλώσσας, ας γευτούν τα παιδιά τα γλυκύφορα κατορθώματα των μαϊστόρων του ελληνικού λόγου.
(Τα λέγαμε παλιά «Αναγνωστικά», γιατί μέσω των βιβλίων αυτών, δεν μάθαιναν τα παιδιά ανάγνωση μόνο, αυτό τελειώνει στην Α’ δημοτικού, αλλά γινόταν και ανάγνωση του εθνικού μας πολιτισμού, ήταν αρωματισμένα με Ελλάδα. Όλα τα Αναγνωστικά, μέχρι ίσως και το 2006, από γενέσεως του νεοελληνικού κράτους, δίδασκαν τα δύο ιερά ονόματα, Ελλάς και ελευθερία, και πάντοτε με σεβασμό στην πατρώα πίστη, την ελληνοσώτειρα Εκκλησία μας. Και η συγγραφή τους ανατίθετο σ’ ό,τι καλύτερο διέθετε η πατρίδα και όχι σε Γραικύλους). Και αντί να κηρύξουν οι «αμαρτωλές» ΔΟΕ και ΟΛΜΕ, τα συνδικαλιστικά μας όργανα, μία απεργία διαρκείας, με μοναδικό αίτημα την αλλαγή των βιβλίων Γλώσσας, για να ανακτήσουμε και τον σεβασμό και την εκτίμηση του λαού, οι κηφήνες αδιαφορούν. (Έχω διαγραφεί, με αίτησή μου, από την ΔΟΕ. Παλιός συνδικαλιστής, με παρουσία στα συνδικαλιστικά όργανα, μου έλεγε για τα συνέδριά της ΔΟΕ, που τα πραγματοποιούσε- και μάλλον συνεχίζεται η τακτική- στα καλύτερα ξενοδοχεία της Αθήνας ή σε ηλιοχαρή νησιά της πατρίδας, με έξοδα των κορόιδων, των συναδέλφων, που πληρώνουν συνδρομή 30-40 ευρώ τον χρόνο. Γιατί δεν συγκεντρώνονται σε κάποιο σχολικό αμφιθέατρο και χωρίς θέρμανση;).
Θέλω να κλείσω το κείμενο με λόγια από καρδιάς. Δεν γράφω ό,τι ξέρω, γράφω ό,τι ζω. Ντρέπομαι! ντρέπομαι, γιατί με τέτοια εξαίσια Παράδοση και Ιστορία, καταντήσαμε περίγελως, όχι των ξένων, αλλά των παιδιών μας, των μαθητών μας. Γράφω, όχι για επίδειξη, γράφω για την πατρίδα μου.
«Κι όσο αγαπώ την πατρίδα μου δεν αγαπώ άλλο τίποτας. Νάρθη ένας να μου ειπή ότι θα πάγη ομπρός η πατρίδα, στέργομαι να μου βγάλη και τα δυο μου μάτια. Ότι αν είμαι στραβός, και η πατρίδα μου καλά, με θρέφει. Αν είναι η πατρίδα μου αχαμνά, δέκα μάτια να χω, στραβός θε να είμαι. Οτι σ’ αυτείνη θα ζήσω, δεν έχω σκοπόν, να πάγω αλλού».
Στρατηγός Μακρυγιάννης
πηγή
Δάσκαλος
«…όλα γίνονται στην Ελλάδα σα να μας κινεί ένα θανάσιμο μίσος για τη λαλιά μας. Το κακό είναι τόσο μεγάλο, που μόνο σαν φαινόμενο ομαδικής ψυχοπάθειας θα μπορούσε κανείς να ...
το εξηγήσει».
Γ. Σεφέρης
Όταν ήμασταν σκλάβοι, χωρίς σχολεία και σχολές, κάτω από τον φρικτό ζυγό των Τούρκων: «Οι Έλληνες πάσης τάξεως έτρεφαν πάντοτε διά τα γράμματα μεγαλυτέραν εκτίμησιν από κάθε άλλον λαόν. Διά των σχολείων αυτών ελάμβανον επίγνωσιν οι νέοι της ιστορίας των, της σπουδαιότητος του Έθνους των και της σημασίας που έχει η ελευθερία διά την ανάπτυξιν ενός λαού και ιδία του Ελληνικού». (Γ.Φίνλεϋ, «Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως», α’ τόμος, σελ. 29, εκδ. «Τολίδη»).
Τώρα που είμαστε «ελεύθεροι», με σχολεία, δασκάλους και βιβλία και δεν μας «σκιάζει η φοβέρα» του κατακτητή: «Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της τακτικής έκθεσης του ΟΟΣΑ για τις ικανότητες των 15χρονων μαθητών στα Μαθηματικά, τις Φυσικές Επιστήμες και την Ανάγνωση, η Ελλάδα βρίσκεται στην 42η θέση για το 2012, επί 65 χωρών συνολικά. Στην Ευρώπη καταλαμβάνει την τέταρτη, αλλά από το τέλος, θέση…».
Μάλιστα, η μεγαλύτερη υστέρηση των Ελλήνων μαθητών παρατηρείται στην μελέτη, ανάγνωση και κατανόηση κειμένων, εν ολίγοις στο γλωσσικό μάθημα.
Και επειδή ζούμε σε «σοβαρό» κράτος, αμέσως, και όχι «άμεσα» που λένε οι αγράμματοι, λειτούργησαν τα αντανακλαστικά του προς ίασιν του νοσήματος: θα καθιερωθεί η φράγκικη «λευκή εβδομάδα», θα συνεχιστεί, δηλαδή η εβδομάδα της Τυροφάγου, κατά την οποία, σύμφωνα με τους κανόνες της Εκκλησίας μας, καταναλώνουμε μόνον «λευκά» εδώδιμα. (Αυγά, γάλατα, τυριά). Καλώς ειπώθηκε ότι, αφού δεν μπορούμε να έχουμε ελευθερία του ήθους σ’ αυτόν τόπο, έχουμε ελευθερία των ηθών. Ούτε λίγο ούτε πολύ, το υπουργείο, πρώην εθνικής παιδείας, θα παρατείνει την καρναβαλική ευωχία και κραιπάλη και κατά την έναρξη της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής. «Λαμπρό» το μήνυμα στους μαθητές και στις οικογένειές τους, «φάγωμαν, πίωμεν», ικανοποίηση των επιθυμιών και βόσκηση των παθών. Η νηστεία, η εγκράτεια, η ολιγοδεϊα είναι αναχρονισμοί, δεν αρμόζουν σε ευρωπαϊκή χώρα. Αντί να περάσουμε το μήνυμα στους νεότερους, που και η σωματική τους ακόμη υγεία κινδυνεύει εξ αιτίας του διαιτολογίου της αφθονίας που τους επέβαλαν οι παλαιότεροι, οι οποίοι μαστίζονταν από το σύμπλεγμα του πεινασμένου, του παιδιού της Κατοχής, ότι η νηστεία, σήμερα ιδίως, είναι «γαλήνη των ψυχών, των νέων παιδαγωγός, των σωφρονούντων διδάσκαλος και τροφή της ψυχής» (άγιος Χρυσόστομος), διδάσκουμε τον, κατά τον Κονδύλη, παρασιτικό καταναλωτισμό, τον αυτοκαταστροφικό κορεσμό, την ηδονοθηρία.
Ας επιστρέψουμε όμως στην οδυνηρή για μας έκθεση του ΟΟΣΑ.
Η γλώσσα μας, που άνθισε στις αμμουδιές του Ομήρου, με τα πρώτα πρώτα Δόξα σοι, που στα φυλλώματά της κρύβει τα αρώματα του Άθω και της Πίνδου, η γλώσσα μας, που στάθηκε προσάναμμα και εφώτισε όλη την Οικουμένη, οι νέοι, οι μαθητές μας δεν την καταλαβαίνουν. Οι γκρεμιστές της Παιδείας, το πέτυχαν, μέσω της αλλαγής των βιβλίων Γλώσσας (το 2006) με τις παρδαλές μεθόδους διδασκαλίας, διά της μετάλλαξης του δασκάλου σε εμψυχωτή μιας ομάδας ανηλίκων. Πώς να αγαπήσουν τα παιδιά την Γλώσσα μας και να νιώσουν την απόλαυση της ανάγνωσης, όταν στα βιβλία Γλώσσας, τα οποία καθημερινά ξεφυλλίζουν, στην Ε’ και Στ’ Δημοτικού, για παράδειγμα:
(Η όλη διαδικασία ξεκίνησε με σοσιαλιστική κυβέρνηση-το 2003-και ολοκληρώθηκε επί δεξιάς-το 2006-ενδιαμέσως άλλαξε και η στελέχωση του παιδαγωγικού ινστιτούτου. Εκδιώχτηκαν τα σημιτόπαιδα και προσλήφθηκαν τα «δικά μας παιδιά»).
1) Εκπροσωπούνται με μόλις ένα (1) κείμενο πεζό ή ποίημα οι εξής μεγάλοι μας λογοτέχνες: Σολωμός, Παλαμάς, Ελύτης, Σεφέρης, Παπαντωνίου, Νιρβάνας, Ξενόπουλος και ακόμη χειρότερα δεν υπάρχει κανένα κείμενο ούτε για δείγμα-σε αντίθεση με προηγούμενες εκδόσεις-από τους: Βαλαωρίτη, Καβάφη, Παπαδιαμάντη, Κόντογλου, Μαβίλη, Μυριβήλη, Κρυστάλλη, Καρκαβίτσα, Πολέμη, Κάλβο, Δροσίνη, Βάρναλη, Βιζυηνό, Άγρα, Ρώτα, Ψαθά, Σικελιανό, Ρίτσο, Βρεττάκο κ.ά. Εξοστρακίστηκαν και εξοβελίστηκαν όλοι οι μεγάλοι Έλληνες συγγραφείς και μάλιστα σχεδόν όλοι όσοι από αυτούς τυγχάνουν και οι πιο πολυμεταφρασμένοι, αυτοί που διαβάζονται σήμερα από μικρούς και μεγάλους και στις πιο απίθανες γλώσσες του κόσμου.
2) Απουσιάζουν όλοι οι αρχαίοι συγγραφείς. Οι διδακτικότατοι και ωραιότατοι μύθοι του Αισώπου. Ένα έργο των Πατέρων της Εκκλησίας, των Τριών Ιεραρχών, των οποίων η εορτή έγινε αργία… μήτηρ πάσης κακίας. (Αντί να εκδοθεί μία «απανταχούσα» του υπουργείου, που να καθιστά υποχρεωτικό τον εκκλησιασμό δασκάλων και μαθητών, «επιβραβεύεται» η τεμπελιά και η αδιαφορία. Χίλιες φορές, να κάνουμε μάθημα, παρά η ευτέλεια…).
3) Εκπαραθυρώθηκε το άφθαστο δημοτικό μας τραγούδι, η απαράμιλλη ποίηση της Πονεμένης Ρωμηοσύνης, «η εκτρέφουσα και συντηρούσα το εθνικόν φρόνημα, το τελεσφερώτατον όργανον της εθνικής αγωγής» κατά τον μεγάλο μας λαογράφο Ν. Πολίτη.
(«Δημοτικά Τραγούδια», εκδ. «Γράμματα», σελ. 7). Έφυγαν τα σπουδαία, τα τιμαλφή της λογοτεχνίας μας, προγραμμένοι οι μεγάλοι συγγραφείς, λογοκρίθηκαν οι άριστοι του Γένους, και τι μπήκε στην θέση τους;
Άρθρα εφημερίδων, (από Βήμα, Νέα, Ελευθεροτυπία και Καθημερινή), μικρές αγγελίες, κείμενα από ιστοσελίδες, συνταγές μαγειρικής (περίπου 30 σ’ όλα τα βιβλία του Δημοτικού, όσα ήταν περίπου τα δημοτικά τραγούδια), κείμενα της συγγραφικής ομάδας, ανάξιες λόγου τιποτολογίες και ατάλαντες μωρολογίες. Αφίσες, οδηγίες χρήσης καφετιέρας και κλιματιστικού, στην Στ’ Δημοτικού. Κείμενα, δηλαδή, της αγοράς… αγοραία κείμενα. (Χαχανίζουν τα παιδιά και οι δάσκαλοι-όσοι βιώνουμε την ασημαντότητα-βγαίνουμε με σκυμμένο το κεφάλι από την τάξη, πελιδνοί και ντροπιασμένοι.
Έφυγαν τα ωραία κείμενα και «όταν ο άνθρωπος απομακρύνεται από τα κείμενα και τις παραδόσεις, ομοιάζει με στήλην άλατος υπό βροχήν», θα πει ο Ανδρέας Εμπειρίκος. Τρέχουν οι γονείς και αγοράζουν τις εφημερίδες, που προσφέρουν τα παλιά Αναγνωστικά και καλά κάνουν. Στην άκρη τα «περιοδικά ποικίλης ύλης», τα νυν βιβλία Γλώσσας, ας γευτούν τα παιδιά τα γλυκύφορα κατορθώματα των μαϊστόρων του ελληνικού λόγου.
(Τα λέγαμε παλιά «Αναγνωστικά», γιατί μέσω των βιβλίων αυτών, δεν μάθαιναν τα παιδιά ανάγνωση μόνο, αυτό τελειώνει στην Α’ δημοτικού, αλλά γινόταν και ανάγνωση του εθνικού μας πολιτισμού, ήταν αρωματισμένα με Ελλάδα. Όλα τα Αναγνωστικά, μέχρι ίσως και το 2006, από γενέσεως του νεοελληνικού κράτους, δίδασκαν τα δύο ιερά ονόματα, Ελλάς και ελευθερία, και πάντοτε με σεβασμό στην πατρώα πίστη, την ελληνοσώτειρα Εκκλησία μας. Και η συγγραφή τους ανατίθετο σ’ ό,τι καλύτερο διέθετε η πατρίδα και όχι σε Γραικύλους). Και αντί να κηρύξουν οι «αμαρτωλές» ΔΟΕ και ΟΛΜΕ, τα συνδικαλιστικά μας όργανα, μία απεργία διαρκείας, με μοναδικό αίτημα την αλλαγή των βιβλίων Γλώσσας, για να ανακτήσουμε και τον σεβασμό και την εκτίμηση του λαού, οι κηφήνες αδιαφορούν. (Έχω διαγραφεί, με αίτησή μου, από την ΔΟΕ. Παλιός συνδικαλιστής, με παρουσία στα συνδικαλιστικά όργανα, μου έλεγε για τα συνέδριά της ΔΟΕ, που τα πραγματοποιούσε- και μάλλον συνεχίζεται η τακτική- στα καλύτερα ξενοδοχεία της Αθήνας ή σε ηλιοχαρή νησιά της πατρίδας, με έξοδα των κορόιδων, των συναδέλφων, που πληρώνουν συνδρομή 30-40 ευρώ τον χρόνο. Γιατί δεν συγκεντρώνονται σε κάποιο σχολικό αμφιθέατρο και χωρίς θέρμανση;).
Θέλω να κλείσω το κείμενο με λόγια από καρδιάς. Δεν γράφω ό,τι ξέρω, γράφω ό,τι ζω. Ντρέπομαι! ντρέπομαι, γιατί με τέτοια εξαίσια Παράδοση και Ιστορία, καταντήσαμε περίγελως, όχι των ξένων, αλλά των παιδιών μας, των μαθητών μας. Γράφω, όχι για επίδειξη, γράφω για την πατρίδα μου.
«Κι όσο αγαπώ την πατρίδα μου δεν αγαπώ άλλο τίποτας. Νάρθη ένας να μου ειπή ότι θα πάγη ομπρός η πατρίδα, στέργομαι να μου βγάλη και τα δυο μου μάτια. Ότι αν είμαι στραβός, και η πατρίδα μου καλά, με θρέφει. Αν είναι η πατρίδα μου αχαμνά, δέκα μάτια να χω, στραβός θε να είμαι. Οτι σ’ αυτείνη θα ζήσω, δεν έχω σκοπόν, να πάγω αλλού».
Στρατηγός Μακρυγιάννης
πηγή
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου