Αυτοί που έτρεξαν το Μαραθώνιο κουβαλώντας 34 κιλά και πέρασαν στην παγκόσμια Ιστορία. Ο πρώτος Μαραθώνιος είχε έπαθλο την ελευθερία της Αθήνας και την ταπείνωση των Περσών. Ο άγνωστος άθλος των μαραθωνομάχων
Το 490 π.Χ. 10.000 Αθηναίοι και Πλαταιείς συνέτριψαν μια υπερδιπλάσια περσική δύναμη, στον Μαραθώνα, σώζοντας την Αθήνα, τον νεότατο θεσμό της δημοκρατίας και κατ’ επέκταση τον δυτικό πολιτισμό. Όλοι οι....
μελετητές της περιόδου θεωρούν ότι η νίκη οφείλεται:
-στο ευφυές σχέδιο του στρατηγού Μιλτιάδη
-στον ανώτερο οπλισμό των Αθηναίων οπλιτών
-και στην αποφασιστικότητα που έδειξαν υπερασπίζοντας την πατρίδα τους.
Οι περισσότεροι όμως λησμονούν κάτι εξίσου σημαντικό.
Τη σωματική δύναμη, την ευλυγισία, την αντοχή, την επιδεξιότητα και την συγχρονισμένη κίνηση των οπλιτών.
Όλα αποτελέσματα της αθλητικής και στρατιωτικής παιδείας στην οποία εισάγονταν οι Αθηναίοι από τα παιδικά τους χρόνια.
Η μάχη ξεκίνησε πιθανότατα στις 5.30. Στις 8.30 οι Αθηναίοι και οι Πλαταιείς έστηναν τρόπαιο νίκης. Είχαν πολεμήσει τρεις ώρες, προφανώς υπό συνθήκες σχετικής ζέστης καθώς η μάχη έγινε Αύγουστο ή Σεπτέμβριο.
Επιπλέον κάθε οπλίτης έφερε οπλισμό που ήταν περίπου 34 κιλά.
Φυσικά η αξιοθαύμαστη αντοχή τους δεν ήταν επίκτητη, αλλά αποτέλεσμα πολύχρονης, εντατικής και επίπονης σωματικής προετοιμασίας.
Η ενασχόληση με τα αθλήματα του οπλίτη δρόμου, του παγκρατίου, της πάλης, της πυγμαχίας, του ακοντισμού κτλ, είχαν «χτίσει» πολλά χρόνια πριν, τα θεμέλια της νίκης.
Η σύγκριση των απωλειών είναι από μόνη της ικανή να καταδείξει το ανώτερο επίπεδο των Ελλήνων οπλιτών. Περίπου 6000 Πέρσες κείτονταν νεκροί έναντι 192 Αθηναίων.
Λιγότερο γνωστή ωστόσο, είναι η άμεση επιστροφή των Αθηναίων οπλιτών στην Αθήνα!
Τα περσικά πλοία απέπλευσαν από τον Μαραθώνα με κατεύθυνση το Σούνιο. Ο αρχηγός των Περσών Αρταφέρνης σκόπευε να φθάσει στο Φάληρο, να πραγματοποιήσει απόβαση και να κινηθεί εναντίον της Αθήνας προτού επιστρέψουν οι Αθηναίοι από τον Μαραθώνα.
Λες και δεν είχαν κάνει ήδη αρκετά οι Έλληνες πολεμιστές, μετά από μια τρίωρη εξαντλητική μάχη με το άγχος της επιβίωσης, έπρεπε να τρέξουν να σώσουν την πόλη τους.
Είναι πράγματι αξιοθαύμαστο το πώς οι Αθηναίοι μετά από τρεις ώρες μάχης είχαν το κουράγιο όχι μόνο να ξεκινήσουν μια αγωνιώδη πορεία, αλλά και να τη πραγματοποιήσουν σε σύντομο χρονικό διάστημα, ενώ το φυσιολογικό θα ήταν να μην μπορούν να σύρουν τα πόδια τους.
Αποδύθηκαν, με όσες δυνάμεις τους είχαν απομείνει σε ένα σχεδόν απίστευτο αγώνα δρόμου.
Ξεκίνησαν από το Μαραθώνα, κουβαλώντας ο καθένας τα 34 κιλά του οπλισμού του και έφτασαν στον προορισμό τους εγκαίρως, κατά τις 4.30-5.00. Χρειάστηκαν δηλαδή 7 με 8 ώρες. Ωστόσο δεν έκαναν τα 42 χιλιόμετρα του κλασικού μαραθωνίου που τερματίζει στο καλλιμάρμαρο, αλλά πολύ περισσότερα αφού έφθασαν στο Φάληρο. Εκεί ετοιμάστηκαν να υποδεχτούν το περσικό στόλο που είχε ξεκινήσει από το Μαραθώνα, με στόχο να κάνει απόβαση και να καταλάβει την ανυπεράσπιστη Αθήνα. Δε φαντάστηκαν όμως ότι οι υπερασπιστές θα έκαναν την ίδια διαδρομή με τα πόδια.
Μόλις οι Πέρσες αντιλήφθηκαν ότι οι Αθηναίοι τους περίμεναν, σήκωσαν πανιά και «ξεκίνησαν και πάλι πίσω για την Ασία» (Ηρόδοτος 6, 116).
Η διαδρομή που πιθανότατα ακολούθησαν ήταν η εξής: Ραφήνα-Πικέρμι-Παλλήνη-Σταυρός Αγίας Παρασκευής-Χαλάνδρι-Αθήνα-Φάληρο. Αυτή περίπου είναι και η διαδρομή στο σύγχρονο μαραθώνιο.
Πόσοι όμως θα μπορούσαν να τερματίσουν έστω, αν κουβαλούσαν πλήρη οπλισμό και είχε συσσωρευτεί στο κορμί τους η κόπωση που είχαν οι Αθηναίοι οπλίτες μετά τη μάχη; Βέβαια οι Αθηναίοι είχαν πάρει ιερότερο κίνητρο, που ήταν η ανάγκη να υπερασπιστούν τα παιδιά, τους γονείς και τις συζύγους τους, που παρέμεναν στην ανυπεράσπιστη Αθήνα, αφού όλοι οι πολεμιστές ήταν στο Μαραθώνα.
Η αγάπη για την πατρίδα, την ελευθερία και τους οικείους τους, ήταν το ισχυρότερο αναβολικό!
Ήταν όμως αρκετό; Μάλλον όχι. Στην περίπτωση των προγόνων μας και το πνεύμα ήταν πρόθυμο και το σώμα σε ετοιμότητα με καθημερινές προπονήσεις, εξ απαλών ονύχων στο γυμναστήριο, που εκπαίδευαν το νου και τους μύες εξίσου.
Σήμερα, προς τιμή αυτής της πορείας των οπλιτών και του άγνωστου αγγελιαφόρου που πλήρωσε με τη ζωή του την αναγγελία της νίκης (ακολουθώντας όμως διαφορετική διαδρομή), διεξάγεται το αγώνισμα του Μαραθωνίου.
Οι αθλητές βέβαια σήμερα τερματίζουν στο κέντρο της πόλης και τρέχουν σε φιλικό έδαφος στρωμένο με άσφαλτο και όχι σε χώμα και ανώμαλο έδαφος όπως τότε.
Ο μέσος χρόνος των πρωταθλητών είναι δύο ώρες και δεκαπέντε λεπτά. Για ένα μέσο ερασιτέχνη αθλητή όμως, απαιτούνται 4 ώρες και 30 λεπτά.
πηγή
μελετητές της περιόδου θεωρούν ότι η νίκη οφείλεται:
-στο ευφυές σχέδιο του στρατηγού Μιλτιάδη
-στον ανώτερο οπλισμό των Αθηναίων οπλιτών
-και στην αποφασιστικότητα που έδειξαν υπερασπίζοντας την πατρίδα τους.
Οι περισσότεροι όμως λησμονούν κάτι εξίσου σημαντικό.
Τη σωματική δύναμη, την ευλυγισία, την αντοχή, την επιδεξιότητα και την συγχρονισμένη κίνηση των οπλιτών.
Όλα αποτελέσματα της αθλητικής και στρατιωτικής παιδείας στην οποία εισάγονταν οι Αθηναίοι από τα παιδικά τους χρόνια.
Παράσταση του αγωνίσματος του οπλίτη δρόμου. Ουσιαστικά τέτοιου είδους αγωνίσματα αποτελούσαν πολεμικές ασκήσεις. Παράσταση αμφορέα του 5ου αιώνα π.Χ. (Μόναχο, Αρχαιολογικό Μουσείο).
Επιπλέον κάθε οπλίτης έφερε οπλισμό που ήταν περίπου 34 κιλά.
Φυσικά η αξιοθαύμαστη αντοχή τους δεν ήταν επίκτητη, αλλά αποτέλεσμα πολύχρονης, εντατικής και επίπονης σωματικής προετοιμασίας.
Η ενασχόληση με τα αθλήματα του οπλίτη δρόμου, του παγκρατίου, της πάλης, της πυγμαχίας, του ακοντισμού κτλ, είχαν «χτίσει» πολλά χρόνια πριν, τα θεμέλια της νίκης.
Η σύγκριση των απωλειών είναι από μόνη της ικανή να καταδείξει το ανώτερο επίπεδο των Ελλήνων οπλιτών. Περίπου 6000 Πέρσες κείτονταν νεκροί έναντι 192 Αθηναίων.
Λιγότερο γνωστή ωστόσο, είναι η άμεση επιστροφή των Αθηναίων οπλιτών στην Αθήνα!
Τα περσικά πλοία απέπλευσαν από τον Μαραθώνα με κατεύθυνση το Σούνιο. Ο αρχηγός των Περσών Αρταφέρνης σκόπευε να φθάσει στο Φάληρο, να πραγματοποιήσει απόβαση και να κινηθεί εναντίον της Αθήνας προτού επιστρέψουν οι Αθηναίοι από τον Μαραθώνα.
Αρχαίοι Έλληνες οπλίτες. Η πανοπλία, βάρους 32-34 κιλών, θα αποτελούσε μεγάλο πρόβλημα για την πορεία των Μαραθωνομάχων.
Είναι πράγματι αξιοθαύμαστο το πώς οι Αθηναίοι μετά από τρεις ώρες μάχης είχαν το κουράγιο όχι μόνο να ξεκινήσουν μια αγωνιώδη πορεία, αλλά και να τη πραγματοποιήσουν σε σύντομο χρονικό διάστημα, ενώ το φυσιολογικό θα ήταν να μην μπορούν να σύρουν τα πόδια τους.
Αποδύθηκαν, με όσες δυνάμεις τους είχαν απομείνει σε ένα σχεδόν απίστευτο αγώνα δρόμου.
Ξεκίνησαν από το Μαραθώνα, κουβαλώντας ο καθένας τα 34 κιλά του οπλισμού του και έφτασαν στον προορισμό τους εγκαίρως, κατά τις 4.30-5.00. Χρειάστηκαν δηλαδή 7 με 8 ώρες. Ωστόσο δεν έκαναν τα 42 χιλιόμετρα του κλασικού μαραθωνίου που τερματίζει στο καλλιμάρμαρο, αλλά πολύ περισσότερα αφού έφθασαν στο Φάληρο. Εκεί ετοιμάστηκαν να υποδεχτούν το περσικό στόλο που είχε ξεκινήσει από το Μαραθώνα, με στόχο να κάνει απόβαση και να καταλάβει την ανυπεράσπιστη Αθήνα. Δε φαντάστηκαν όμως ότι οι υπερασπιστές θα έκαναν την ίδια διαδρομή με τα πόδια.
Μόλις οι Πέρσες αντιλήφθηκαν ότι οι Αθηναίοι τους περίμεναν, σήκωσαν πανιά και «ξεκίνησαν και πάλι πίσω για την Ασία» (Ηρόδοτος 6, 116).
Η διαδρομή που πιθανότατα ακολούθησαν ήταν η εξής: Ραφήνα-Πικέρμι-Παλλήνη-Σταυρός Αγίας Παρασκευής-Χαλάνδρι-Αθήνα-Φάληρο. Αυτή περίπου είναι και η διαδρομή στο σύγχρονο μαραθώνιο.
Πόσοι όμως θα μπορούσαν να τερματίσουν έστω, αν κουβαλούσαν πλήρη οπλισμό και είχε συσσωρευτεί στο κορμί τους η κόπωση που είχαν οι Αθηναίοι οπλίτες μετά τη μάχη; Βέβαια οι Αθηναίοι είχαν πάρει ιερότερο κίνητρο, που ήταν η ανάγκη να υπερασπιστούν τα παιδιά, τους γονείς και τις συζύγους τους, που παρέμεναν στην ανυπεράσπιστη Αθήνα, αφού όλοι οι πολεμιστές ήταν στο Μαραθώνα.
Η αγάπη για την πατρίδα, την ελευθερία και τους οικείους τους, ήταν το ισχυρότερο αναβολικό!
Ήταν όμως αρκετό; Μάλλον όχι. Στην περίπτωση των προγόνων μας και το πνεύμα ήταν πρόθυμο και το σώμα σε ετοιμότητα με καθημερινές προπονήσεις, εξ απαλών ονύχων στο γυμναστήριο, που εκπαίδευαν το νου και τους μύες εξίσου.
Δρομείς συνωστίζονται στην αφετηρία του «αυθεντικού» Μαραθωνίου της Αθήνας.
Οι αθλητές βέβαια σήμερα τερματίζουν στο κέντρο της πόλης και τρέχουν σε φιλικό έδαφος στρωμένο με άσφαλτο και όχι σε χώμα και ανώμαλο έδαφος όπως τότε.
Ο μέσος χρόνος των πρωταθλητών είναι δύο ώρες και δεκαπέντε λεπτά. Για ένα μέσο ερασιτέχνη αθλητή όμως, απαιτούνται 4 ώρες και 30 λεπτά.
πηγή
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου